[Αιώνιοι Φύλακες] Η Πύλη (Κεφάλαιο 3ο)

 

Κεφάλαιο 2 (πατήστε το λινκ για να διαβάσετε το δεύτερο κεφάλαιο)

art by CristiB

Η διαδρομή μέχρι το χωριό Νάρεν αν και μεγάλη, πέρασε σαν νερό για τις δύο φίλες. Το δάσος που ένωνε τα δύο μέρη, φιλοξενούσε όλη την άγρια φύση της περιοχής, αλλά το μονοπάτι ήταν ασφαλές, και το χρησιμοποιούσαν για όλες τις μεταφορές τους. Μεγάλα δέντρα, αρχαία δέντρα, ψηλά όσο δεν φθάνει το μάτι σου, με τα πουλιά να πετούν ανάμεσα από τα κλαδιά τους, και τους σκαντζόχοιρους να κρύβονται στους θάμνους από τους θηρευτές τους. Αλεπούδες που πήδαγαν από ρίζα σε ρίζα, και αγριογούρουνα που έτρεχαν με φόρα για να χτυπήσουν το θήραμά τους. Όμορφο δάσος, αρχαίο δάσος με πλάσματα κοινά με το πεδίο των ανθρώπων, γιατί ο Μέγας Δημιουργός θέλησε αυτά τα δύο πεδία να είναι αδέλφια. Μόνο που στο πεδίο των Αιώνιων Φυλάκων άνθιζαν και επεκτείνονταν, ενώ στον ανθρώπων τείνανε να εξαφανιστούν.

 

Αυτά σκεφτόμουν περπατώντας το μονοπάτι, αλλά δεν ήθελα να χαλάσω την ατμόσφαιρά με την Λίζα που μίλαγε για τον Σεν, ο οποίος της έδειχνε ενδιαφέρον, και η ίδια δεν ήξερε τι να κάνει.

 

“Λες να μου πει να συναντηθούμε; Αχχχχ και τι θα φορέσω; Πρέπει οπωσδήποτε να επισκεφθούμε το μαγαζί της Νάντιας, να δω τι θα πάρω. Φόρεμα προφανώς, ένα ρομαντικό φόρεμα που να τονίζει την μέση μου και το μπούστο μου… Τι λες και εσύ;”

 

Γελάω με την αντίδραση της και την πειράζω λέγοντας ότι ίσως να ήταν ιδέα της μιας και ο Σεν έδειχνε ενδιαφέρον σε όλες τις θηλυκές υπάρξεις του Κάστρου.

 

“Αχ Ελίνα μου κάνεις λάθος, εμένα θέλει.” Μου απαντάει και σκάω στα γέλια.

 

Σύντομα φθάνουμε στο Νάρεν, και ο απογευματινός ήλιος λάμπει από πάνω μας. Καθόμαστε στη μόνη καφετέρια που έχει το χωριό και η Λίζα παίρνει έναν κρύο καφέ με μπόλικα παγάκια και καθόλου ζάχαρη και εγώ ένα κρύο πράσινο τσάι. Αν και είναι Άνοιξη, ο ήλιος καίει αρκετά, και οι δυό μας έχουμε ζεσταθεί από το περπάτημα. Απολαμβάνουμε τα αφεψήματα μας, και χαζεύουμε μια παρέα που φαίνεται να έχουν μια έντονη συζητηση.

 

Πλησιάζει η ώρα που ανοίγει το μαγαζί της η Νάντια και σηκωνόμαστε να αρχίσουμε να πηγαίνουμε κατά εκεί. Η Λίζα δεν μπορεί να περιμένει και βαδίζει γρήγορα. Σταματάμε και οι δύο μπροστά από την βιτρίνα και κοιτάμε με περιέργεια μια νέα κοπέλα, λίγο μεγαλύτερη από εμάς με ξανθά μακριά μαλλιά,  ψηλή χάρις στα μποτάκια που φοράει, να ξεκλειδώνει την πόρτα. Γυρνάει με χάρη το πρόσωπό της και μας χαμογελάει, με τα γαλάζια της μάτια να λάμπουν.

 

“Πάνω στην ώρα ήρθατε! Περάστε!” μας λέει και ανοίγει την βαριά ξύλινη πόρτα.

 

Η Λίζα χτυπάει παλαμάκια καθώς μπαίνει στο μαγαζί, και ξεκινάει να χαζεύει το ένα φόρεμα μετά το άλλο. Εγώ από την άλλη παρατηρώ την νέα κοπέλα απορώντας που να είναι η Νάντια. Πάντα κρατούσε η ίδια το μαγαζί της, πως και αποφάσισε να πάρει άλλη κοπέλα; Καθώς τακτοποιεί μερικές μπλούζες που από ότι φαινόταν ότι είχαν έρθει στην πρωινή παραγγελία κάνω την ερώτηση μου.

“Γειά! Είμαι η Ελίνα! Η Νάντια;”

 

“Με λένε Ντανιέλα και είμαι πλέον ιδιοκτήτρια του μαγαζιού!” μου απαντάει κάνοντας μια βαθια υπόκλιση, κρατώντας με τα δύο της χέρια το γαλάζιο μεσάτο φόρεμα που φοράει.

“Α, τι όμορφα! Είναι καλά η Νάντια;” συνεχίζω μιας και μου έχει κάνει εντύπωση η απουσία της.

“Ναι ναι, αποφάσισε να πάει να ζήσει στην Πρωτεύουσα, στις ανιψιές της!”

“Στην Μίρινταν; Δεν ήξερα ότι έχει οικογένεια εκεί.”

“Ναι ναι, την αδελφή της.” Σκοτεινιάζει ξαφνικά λες και ειπε κάτι κακό. Γυρνάει στον καθρέφτη που είχε πίσω από το ταμείο, κοιτάει το πρόσωπό της και χαϊδεύει το μάγουλο της. Βλέπω σαν ένα δάκρυ να τρέχει, αλλά η Ντανιέλα το σκουπίζει γρήγορα και γυρνάει πάλι προς τα μένα.

“Με συγχωρείς… Κάτι θυμήθηκα” μου λέει και συνεχίζει να τυπώνει τα ρούχα που είχε μπροστά της.

Συνεχίζω και την κοιτάω, κάτι δεν μου κάθεται καλά στην όλη εικόνα της. Ψάχνω το σημάδι. Εκείνο που μας ξεχωρίζει ανάλογα με τις ικανότητες μας. Καθένας μας, Ονειροπλόκοι, Αλλόμορφοι, Στοιχειακοί Δαμαστές κλπ, φέρουμε ένα μοναδικό σημάδι στο σώμα μας το οποίο αποκτούμε όταν εμφανίζονται οι δυνάμεις μας σε παιδική ηλικία. Επώδυνη διαδικασία αλλά απαραίτητη. Κάποιοι λένε ότι είναι σαν βούλα που βάζουμε στα ζώα, άλλοι λένε ότι με αυτόν τον τρόπο δείχνει την Θεία Δέσμευση μας στον Μέγα Δημιουργό. Οι γνώμες πάντως διαφέρουν, το Συμβούλιο όμως το έχει θέσφατο από απαρχές του χρόνου.

 

Ξαφνικά μια φωνή ακούγεται πίσω από τις κρεμάστρες και ένα γδούπος. Τρέχουμε και οι δυο μας να δούμε τι έγινε και μόλις φθάνουμε, βλέπουμε μια Λίζα κάτω από στοίβες κουτιών και παπουτσιών. Έχουμε μείνει άναυδες και οι τρείς και ξεκινάμε να γελάμε. Γυρνάω, ρίχνω μια ματιά στην Ντανιέλα και το βλέπω. Η δεξιά κόρη των ματιών της, πήρε στιγμιαία καφέ χρώμα.

Αφού σηκώθηκε η Λίζα, αρχίσαμε να βοηθάμε την Ντανιέλα να τακτοποιεί τα πράγματα που έπεσαν. Πιάσαμε κουβέντα για το Κάστρο, για τα μαθήματα και φυσικά για τον Σεν.

Λίζα και Ντανιέλα ξεκίνησαν να ψάχνουν μανιωδώς φόρεμα. Η Ντανιέλα της έδειχνε το ένα μετά το άλλο, και η Λίζα άλλοτε απέρριπτε, άλλοτε το έβαζε στην άκρη για να το δοκιμάσει. Μπαινόβγαινε στο δοκιμαστήριο, και η κόλαση ξεκίνησε. Άρχισα να κουράζομαι, και βγήκα έξω από το μαγαζί για να πάρω λίγο αέρα. Ο ήλιος είχε ξεκινήσει την κάθοδό του, και σε μισή ώρα το πολύ θα έπρεπε να έχουμε φύγει για το Κάστρο, παρέα με τους υπόλοιπους μαθητές που είχαν επισκεφτει το χωριό Νάρεν σήμερα.

Ένας υπόκωφος ήχος ακούγεται στα αριστερά μου. Μια δίνη διαταράσσει τον αέρα και μένω με το στόμα ανοιχτό. Μια Πύλη. Καθώς η Πύλη παίρνει την μορφή της, πετάγεται έξω από το μαγαζί η Ντανιέλα.

“Με βρήκαν…” ψιθυρίζει

Η Πύλη ανοίγει, και από μέσα βγαίνει ένας άντρας, με καλυμμένο το κεφάλι και το στόμα. Τα μαύρα μάτια του έχουν καρφωθεί στην Ντανιέλα. Χωρίς δεύτερη σκέψη μπαίνω μπροστά της.

“Φύγε!” φωνάζει ο άντρας

“Γιατί; Τι θα μου κάνεις άνθρωπε;” του φωνάζω και παίρνω στάση μάχης.

Ο Άνθρωπος στέκεται για μερικά δευτερόλεπτα, έκπληκτος, αλλά συνεχίζει να έρχεται προς το μέρος μας. Δαμάζω την φωτιά μέσα μου, και ξεκινάει η μάχη, με εμένα να πετάω μπάλες φωτιάς, και ο άντρας να τις αποφεύγει σχεδόν με άνεση.

Φθάνει μπροστά μου και με μια κίνηση του χεριού του, χάνω τις αισθήσεις μου, ακούγοντας την Ντανιέλα να φωνάζει το όνομά μου.


Τέλος Κεφαλαίου 3

Comments